Σικάγο(ν)

Σικάγο(ν)
το г. Чикаго

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "Σικάγο(ν)" в других словарях:

  • Σικάγο — (Chicago). Πόλη (8 116000 κάτ.) των ΗΠΑ στην Πολιτείας Ιλινόις, στη νοτιοδυτική όχθη της λίμνης Μίσιγκαν, κοντά στις εκβολές των μικρών ποταμών Σικάγο και Κάλιουμετ. Σε αριθμό κατοίκων είναι η δεύτερη πόλη των ΗΠΑ (μετά τη Νέα Υόρκη) και από τις… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ράιτ, Φρανκ Λόιντ — (Wright, Ρίτσλαντ Σέντερ, Γουισκόνσιν 1867 ή 1869 – Τάλιεσιν Γουέστ, Φένιξ, Αριζόνα 1959). Αμερικανός αρχιτέκτονας. Στη νεότητά του (1888), πριν ακόμα τελειώσει τις σπουδές του, ανέλαβε δραστηριότητα στο Σικάγο, στη μόνη πρωτότυπη αμερικανική… …   Dictionary of Greek

  • La Tante de Chicago — Données clés Titre original Η θεία απ το Σικάγο (I Zia ap to Sikago) Réalisation Alékos Sakellários Scénario Alékos Sakellários Sociétés de production …   Wikipédia en Français

  • έκθεση — Γενικός όρος, με τον οποίο στον τομέα της παραγωγής (υλικής, τεχνολογικής, πνευματικής και καλλιτεχνικής), του εμπορίου και της προπαγάνδας (ακόμα και με την πιο ευρεία έννοιά της) υποδηλώνεται η συγκέντρωση σε καθορισμένο τόπο και χρόνο… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Καλντερόν, Αλμπέρτο — (Alberto P. Calderon, Μεντόζα 1920 – 1998). Αργεντινός μαθηματικός και μηχανικός. Αποφοίτησε από τη σχολή πολιτικών μηχανικών του πανεπιστημίου της Μεντόζα, στην Αργεντινή, το 1947. Ξεκίνησε την πανεπιστημιακή του καριέρα ως βοηθός στην έδρα της… …   Dictionary of Greek

  • Κρόνιν, Τζέιμς — (James Cronin, Σικάγο 1931 –). Αμερικανός φυσικός και πανεπιστημιακός. Αποφοίτησε από τη φυσικομαθηματική σχολή του πανεπιστημίου των Μεθοδιστών του Νότου το 1951. Το ίδιο έτος ξεκίνησε μεταπτυχιακά στο πανεπιστήμιο του Σικάγο, με καθηγητές τους… …   Dictionary of Greek

  • Λούκας τζούνιορ, Ρόμπερτ — (Robert Lucas, Jr., Γιακίμα, Ουάσινγκτον 1937 –). Αμερικανός ιστορικός, οικονομολόγος και πανεπιστημιακός. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην ιστορία στο πανεπιστήμιο του Σικάγο και το 1959 συνέχισε για μεταπτυχιακό στον ίδιο τομέα, στο πανεπιστήμιο …   Dictionary of Greek

  • Μάμετ, Ντέιβιντ — (David Mamet, Σικάγο 1947 –). Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος, σκηνοθέτης και ηθοποιός. Σπούδασε αγγλική λογοτεχνία στο κολέγιο Γκοντάρ του Βερμόντ και στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα θεάτρου στη Νέα Υόρκη (1967 69). Εργάστηκε… …   Dictionary of Greek

  • Μητρόπουλος, Νικόλαος Κωνσταντίνος — (Nicholas Constantine Metropolis, Σικάγο 1915 – Λος Άλαμος 1999). Ελληνοαμερικανός φυσικομαθηματικός. Το 1936 αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Σικάγο και το 1941 έλαβε διδακτορικό τίτλο από το ίδιο πανεπιστήμιο, στην πειραματική φυσική. Το 1943 …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»